Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

   ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΠΕΜΠΤΗ


   Με τα χρόνια, της είχε φυτέψει στο νου την πεποίθηση ότι χωρίς αυτόν, δε θα τα κατάφερνε να βρει τα βήματά της στη ζωή. Ήταν ο οδοδείκτης  της, σε κάθε της δισταγμό. Την είχε εκπαιδεύσει να πιστεύει ότι μόνο ακολουθώντας τα δικά του χνάρια, θα έβγαινε στο ξέφωτο της ζωής.  Η Άννα ήταν κοριτσάκι άβγαλτο όταν τον γνώρισε.  Αυτή είχε κάνει το πρώτο βήμα. Ήταν κλειστός και ντροπαλός, δεν είχε σχέσεις. Δεν εκφραζόταν, ούτε σκορπούσε λέξεις τρυφεράδας. Όταν πέρασε στην Ιατρική ο Παύλος, εκείνη τον ακολούθησε. Γλιστρούσε στα δικά του κανάλια χωρίς να ψάχνει στα βαθιά, αν τα νερά έκρυβαν λάσπη και οχετό.
    Γυρνώντας πίσω στη μικρή τους πόλη, η ζωή της μπήκε μέσα στο επάγγελμα του. Τον εκτιμούσαν στον κόσμο τους, έσωζε ανθρώπους, βοηθούσε, ήταν αγαπητός. Κι εκείνη ήταν απλά η γυναίκα του γιατρού.  Μπορεί να της έλειπαν κάτι λεπτές κινήσεις, που κάνουν το χορό της αγάπης πιο αισθησιακό, αλλά ήξερε καλά το χαρακτήρα του Παύλου. Δεν του άρεσαν οι τσιριμόνιες, οι αγκαλιές και τα φιλιά. Όλα αυτά τα κενά, τα άφηνε η Άννα να περνούν αδιάφορα, καλυμμένα από την αίσθηση μειονεξίας που την ακολουθούσε πάντα.
     Η ψυχή του ανθρώπου μπορεί να βολεύεται μέσα σε μια υποφερτή κατάσταση, όπου στριμώχνεται αυτοβούλως, παραγκωνίζοντας τα μεγάλα πράγματα, ακριβώς γιατί δεν τα αναγνωρίζει.
     Η Άννα καταβρόχθιζε την ομορφιά της ευμάρειας, που κάλυπτε καλά την ασκήμια της συναισθηματικής έλλειψης και της άποψης που επικρατούσε, ότι και πολύς της έπεφτε ο γιατρός.  Κανένα απειλητικό “λες;” δεν εμφανιζόταν στο μυαλό της. Τίποτε δεν σαμποτάριζε την ηρεμία της σαν μάνα, σαν σύζυγος.
       Δεν παραπονιόταν για  τη χωλότητα του κρεβατιού, δεν είναι όλοι καλοί εραστές.   Οπλισμένη με ευφυΐα, δεν απογοητευόταν, από τη φύση της ήταν χαρούμενος άνθρωπος. Εξάλλου πάντα υπάρχουν και χειρότερα κάτω από τον ουρανό, γιατί να μην αντέχουμε τα δικά μας βαρετά;
      Ο Παύλος ήταν στο Λονδίνο, με μια υποτροφία σε κάποιο νοσοκομείο, θα καθόταν εκεί για έξι εβδομάδες. Έπεφταν τα γενέθλιά του, να τα γιορτάσει μαζί του. Θα του έκανε έκπληξη. Δώρο γενεθλίων!...
    Έφτασε η Άννα στο γκρίζο τοπίο  μια Πέμπτη απόγευμα. Ποιος να έχει επινοήσει την “έκπληξη”, που τόσο αγαπάμε;  Μερικές φορές, μόνο μια ουσιώδης αφορμή είναι αρκετή για να βγεις από την πλάνη σου.
           Η Άννα όρμησε και κρεμάστηκε στο λαιμό του. Χρόνια πολλά αγάπη μου!.. Σαρπράιζ!
     Ήταν εκείνο το βράδυ των γενεθλίων του, όταν τα χέρια της έπεσαν σαν πέτρες και η καρδιά της γλίστρησε σαν βράχος που ξεκόλλησε από ένα βουνό.
     Ο Παύλος δεν ήταν μόνος του. Στο κρεβάτι του δωματίου του ξάπλωνε κάποιος. Ένας  άντρας…  Της ήρθε μια ζάλη βρώμικη. Νόμισε ότι θα πέθαινε. Τι σακατιλίκι κρύβουν οι άνθρωποι εν ονόματι της συζυγικής τάξης… Τώρα εξηγούσε η Άννα όλη  την ερωτική στέρηση μέσα στην οποία εκείνος την είχε αναγκάσει να ζει. Είδε το γάμο της να μεταμφιέζεται σε ένα άδειο νυφικό και αυτή να έχει χαθεί από μέσα, να έχει διαλυθεί…
    Δεν κάθισε να λύσει το σταυρόλεξο του Παύλου. Ούτε εκείνο της ζωής τους σαν ζευγάρι. Καθώς έφευγε από το δωμάτιο, αφήνοντας τους δυο άντρες μισόγυμνους και μισοτρελαμένους, εκείνος της φώναξε, ικετεύοντάς την, μην το μάθουν στην πόλη τους, θα του καταστρέψει την καριέρα… Θα σε αφήσω να έχεις τη δική σου ζωή, μην διαλύσεις τη δική μου. Εσύ δεν είσαι επώνυμη, εμένα με ξέρουν οι πάντες. Θα αυτοκτονήσω αν μαθευτεί. Πρέπει να με συγχωρέσεις, να φανείς ανώτερη, δε θα το επαναλάβω, ένα λάθος ήταν, μην το επεκτείνεις, μη με ρίξεις μέσα στην απόρριψη, έχουμε ένα παιδί. Σκέψου τους γονείς μου, με σπούδασαν, με καμαρώνουν, θα τους πεθάνεις.
    Εκείνοι που δεν μπορούν να νιώσουν ενοχές, που μέσα σε πεντακόσιες δικαιολογίες δεν υπάρχει πουθενά ένα συγνώμη, έστω και άχρηστο, είναι φτηνοί και διαταραγμένοι.  Αν οι γονείς και κατ’ επέκταση η κοινωνία, αναγνώριζαν επιτέλους, ότι η αγάπη δεν έχει φύλο, οι άνθρωποι θα έπαυαν να τρυπώνουν μέσα στο ψέμα και να αφήνονται στον στρόβιλό του, παρασέρνοντας κι άλλους στη δυστυχία.
     Μένοντας προσκολλημένος σ’ ένα γάμο με κατεύθυνση το γελοίο, ως πού θα φτάσει κανείς για να βγει από τα συγκεχυμένα χρόνια του;
    Πόση ενέργεια σπατάλησε η Άννα για να διαλέξει το δώρο γενεθλίων του, πόση ζωή σπατάλησε δίπλα του!..  Δίπλα του, όχι μαζί του τελικά…Τι φτώχεια!
     

Κατερίνα Μαυρομμάτη. 19. 3. 2015