Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

     "Του φιδιού το γάλα" είναι ένα φυτό όπως εξήγησε ο ίδιος ο συγγραφέας σε συνέντευξή του για το βιβλίο αυτό. Το πώς συνδέεται ο τίτλος με το θέμα δεν είναι και τόσο ξεκάθαρο, κι εγώ ούτε που το θυμόμουν. Και να λοιπόν, το θέμα του βιβλίου είναι η μνήμη, η μνήμη που μας προδίδει έτσι κι αλλιώς, όταν σε μια ηλικία αρχίζει να αμβλύνεται, να ξεθωριάζει. "Ο Ανέστης διαβάζει κατάπληκτος για τη ζωή του όταν πια είναι πολύ μεγάλος και βρίσκει ότι αυτή η ιστορία έχει ενδιαφέρον κι αυτό τον κάνει ευτυχισμένο γιατί έχει ακόμα λίγο φως μέσα στο σκοτάδι που πλησιάζει", από τον συγγραφέα σε παρουσίαση του βιβλίου του. Σύντομα δεν θα θυμάται πια, κι αυτό θα είναι μια βασανιστική ανακάλυψη.

"Η μελέτη του έγινε ένα μαρτύριο, μη μπορώντας να συγκεντρωθεί, όσο κι αν πάσχιζε να αποκαλύψει πάλι τον παλιό του εαυτό, αυτόν που διέπρεπε στα μαθήματα και γέμιζε το κάτω συρτάρι μιας άχαρης σιφονιέρας με βραβεία και επαίνους". 

    Πώς η σκέψη μου να μην έπαιρνε την κατεύθυνση προς το αριστούργημα Confiteor, καθώς και οι δυο ήρωες των βιβλίων γράφουν τη ζωή τους όταν καταλαβαίνουν ότι σε λίγο καιρό δεν θα την θυμούνται καθόλου. Βέβαια υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στα δυο βιβλία. Ο Καμπρέ βάζει τον ήρωά του να γράψει για τη ζωή του όταν πια διαισθάνεται πως κάτι δεν πάει καλά με την μνήμη του κι αρχίζει να ξεχνά, ενώ ο ήρωας του Ξανθούλη βρίσκει ένα χειρόγραφο παλιό που είχε γράψει ο ίδιος για τη ζωή του, τώρα όμως που το διαβάζει δεν θυμάται τίποτα, "μα πότε τα έζησα όλα αυτά εγώ", θα διερωτηθεί. 


     Δεν ξέρω γιατί με έπιασε να ξαναδιαβάσω αυτό το βιβλίο του Ξανθούλη, που το είχα διαβασμένο από το 2008, αλλά όταν έπεσε στα χέρια μου, δεν θυμόμουν καθόλου σε ποιον ανήκει αυτό το βλέμμα στο πρόσωπο του εξωφύλλου, ούτε τι ακριβώς ήταν η ιστορία με του φιδιού το γάλα. 
    Τελικά το ξαναέμαθα: Είναι ο Γερμανός ηθοποιός  Horst Buchholz με την απόλυτα αρρενωπή γοητεία και το εξαιρετικά διαπεραστικό βλέμμα και ο οποίος θυμίζει τον ήρωα του μυθιστορήματος,  καθώς μοιάζουν καταπληκτικά ώστε όλοι όσοι τον συναντούν  να τον ρωτούν "ποιον μου θυμίζεις;"

      Η ιστορία με το φίδι έχει ως εξής:   
Ένα εγκαταλελλειμένο βρέφος στην όχθη ενός ποταμού, μεταφέρεται από ένα φίδι στη φωλιά του, το τρέφει με το γάλα του και το μεγαλώνει. Αλλά όταν εκείνο όταν πια συνειδητοποίησε ότι είναι άνθρωπος κι όχι φίδι, σκότωσε τη φιδομάνα. Αυτό είναι το σπαραχτικό φινάλε της γιαπωνέζικης ιστορίας όπου ο γιος φέρεται αχάριστα προς τη μάνα. 

     Το ξαναδιάβασα τελικά ολόκληρο το μυθιστόρημα ανακαλύπτοντας ότι η δική μου μνήμη δεν ξεθωριάζει ευτυχώς ακόμα, καθώς θυμόμουν σχεδόν κάθε χιουμοριστική φράση του Ξανθούλη. Δέκα ολόκληρα χρόνια μεσολάβησαν, ας δικαιολογηθώ που είχα ξεχάσει το όνομα του ωραίου άντρα του εξωφύλλου και την ιστορία της γιαπωνέζας φιδομάνας.

     Πάντως δεν θα ξανανοίξω το πεθαμένο λικέρ, τον Τούρκο στον κήπο, τις μέλισσες που ήρθαν ύστερα, τον θείο Τάκη, το ταγκό των Χριστουγέννων, την Κωνσταντινούπολη των ασεβών πόθων, τον μεγάλο θανατικό ή τον γιο του δασκάλου, αλλά σίγουρα θα διαβάσω τα δυο αδιάβαστα βιβλία που ακόμα δεν κατάφερα να βυθιστώ στη λίμνη τους: "Την Κυριακή έχουμε γάμο" και το "Εγώ ο Σίμος Σιμεών".

Κ.Μ