Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

"Μπήκα" κι εγώ στο "Λεωφορείο" κι έκανα και τις 19 στάσεις μαζί με τον Σκαμπαρδώνη σ' αυτή την αποκαλυπτική επανα-περιήγηση της Θεσσαλονίκης  με την σκαμπαρδωνική ματιά.
 Η διαδρομή του λεωφορείου έχει διττή επίδραση στον επιβάτη, μια που αφορά την όραση, αυτά που βλέπει από το τζάμι απέξω και μια που αφορά τον ψυχισμό, αυτά που νιώθει καθώς το λεωφορείο τρέχει, σταματά και ξαναξεκινά. Και ο νους τρέχει κι αυτός και σε κάθε στάση μαζεύονται οι αναμνήσεις "μέσα σε μια κατάσταση ανυψούμενης ονειρικής αποκάλυψης" και μπερδεύεται αυτό που υπάρχει με εκείνο που υπήρξε.


"Το δρομολόγιο αυτό είναι μια πρόσθεση από αφαιρέσεις. Μέσα μου ενυπάρχω κι εγώ ως μια ρευστή έλλειψη και συνεπιβάτης του διαφεύγοντος εαυτού μου".




       Βιογραφική μυθοπλασία,  δημοσιογραφική ματιά, μαγική αφήγηση, αληθινό τοπίο της πόλης, γενναιόδωρη περιγραφή, γοητευτική αλητεία, όλα αυτά κι άλλα ακόμα είναι το "Λεωφορείο". 

"Ένιωθα κάποια ταραχή, αλλά και συγκίνηση - με πλημμύρισαν απρόσμενα τόσες μνήμες, που δεν προλάβαινα να τις συνειδητοποιήσω".

Γειτονιές που χάθηκαν, που αλλοιώθηκαν εντελώς, που άλλαξε ο κόσμος τους, εκεί που κάποτε υπήρχε ένα σινεμά, σήμερα είναι κάτι άλλο, ή μονάχα "μια μούμια" (το σινεμά της γειτονιάς όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, έγινε παγοδρόμιο και μετά σούπερ μάρκετ). 

Πάντα όμως κάποια αόρατα νήματα μας ενώνουν με την πόλη μας, τη γειτονιά μας, το δρόμο όπου παίζαμε μπάλα και κρυφτό. Πάντα όμως σπαράζεις καθώς γυρνάς πίσω, όταν γνωρίζεις τον τόπο σου από την αρχή. Η πόλη είναι αθέατη, αόρατη, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας είχε πει στην παρουσίαση του βιβλίου του, η πόλη είναι μυθολογική, επινοημένη, δεν βλέπεις τι γίνεται μέσα στην πόλη, την αντιλαμβάνεσαι ελλειπτικά και αόρατα. Όπως δεν γνωρίζεις την ψυχή ενός ανθρώπου, έτσι δεν γνωρίζεις την ψυχή της πόλης.

Οι αληθινοί εραστές της πόλης ξέρουν να την καταλαβαίνουν, να την βλέπουν εν ροή, να την γνωρίζουν εκ βαθέων, να την εκτιμούν.  Και ο συγγραφέας ξέρει να μετατρέπει σε λογοτεχνία την απλή περιγραφή των διαδρομών, μέσω της σοφίας, της μνήμης και του συναισθήματος.

"Η Καμάρα είναι το αιώνιο σημαίνον - σημείο συνάντησης των Θεσσαλονικέων όταν ψάχνουν για μια εύκολη και βολική αναφορά - αν και προ ημερών που είπα σε κάποιον φίλο να συναντηθούμε εκεί, μου απάντησε: "Ε όχι και στην Καμάρα. Εκεί συναντιούνται μόνο οι βλάχοι που δεν ξέρουν την πόλη". Σε κάποιο βαθμό έχει δίκαιο, διότι στην Αψίδα, που είναι ορατή και γνωστή, ανταμώνουν συχνά άνθρωποι που δεν γνωρίζουν τη Θεσσαλονίκη και ακόμα συχνότερα οι νέοι φοιτητές, τα πρωτάκια που δεν έχουν μάθει ακόμα τις μυστικές διαδρομές της πονηρής πόλης". 

 Και μετά ξεχειλίζουν  οι μνήμες, σε κάθε στάση μνήμες πολλές.  Διαφορετικές ιστορίες, ιστορίες που σμίγουν με την ιστορία της πόλης μέσα στις αλλαγές και τις μεταφορφώσεις της. Τις μεταμορφώσεις που επέρχονται και στις ζωές των ανθρώπων, στις ηθικές αξίες, στα πράγματα που ενθουσίαζαν κάποτε και πια όχι, "ήταν μια λαμπρή εποχή ενθουσιασμού, εκπαίδευσης και νέων αναζητήσεων".

Αφηγήσεις στο πλαίσιο βιογραφίας, αφηγηματικό υλικό "με τον νουνό και τον παππού μου που ανακαλώ περνώντας με το λεωφορείο απ' τη στάση της Αγίας Τριάδας είναι συναρπαστικές και ατελείωτες". 

Επεισόδια από τη ζωή,  αναμνήσεις μοιραίων γεγονότων, φράσεις ανεξίτηλες από τα παλιά, σκηνές από φτωχογειντονιές. 
Ένα σύμπαν που συνοψίζεται στις στάσεις  του λεωφορείου με το νούμερο "10", εποχές που χάνονται και ξανάρχονται μέσα σε φόρτηση και βαθύ πόνο για όλες τις απώλειες. 
Αλλά και μέσα σε αισιοδοξία για το μέλλον, για μια νέα κοινωνία που να εγκύπτει πάνω στην αληθινή αγάπη για την πόλη, να φτιάχνει ένα νέο σύμπαν για το ίδιο δρομολόγιο, με τις ίδιες στάσεις, αλλά με άλλη οπτική. 

"Το τοπίο αλλάζει. Η Συγγρού, που ήταν περιφρονητέα και σκοτεινή, σφύζει τώρα από φοιτητικές φωνές, μπιραρίες και νέες αυταπάτες".

Κάτι εντελώς ανάλογο συμβαίνει στην πόλη μου, όπου η πλατεία Ηρώων που είχε κακόφημη χροιά, σήμερα είναι γεμάτη μπαράκια και φοιτητικά στέκια με νεανικό χαρούμενο κόσμο.

Κ.Μ