Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

                                                    ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΜΥΣΤΙΚΟ


     Με την τυραννία των μικρών καλοφωνάρηδων υπάρξεων, έχουν ασχοληθεί αρκετοί άνθρωποι επιστήμονες και μη, ραντίζοντας με ευαίσθητη γλυκάδα τον αποτρόπαιο εγκλωβισμό της ομορφάδας τους σε βέργες θανάτου που τους σαστίζουν το διαβατάρικο ένστικτό τους. Το National Geographic, σε εκτενές άρθρο του με τίτλο THE LAST SONG, ανέλυσε τη στυγνή δολοφονία και το κύκνειο άσμα που ακούγεται λυπητερό με δακρυσμένη τη φωνή τους. Ο ρυθμός της φύσης δεν περικλείει τίποτε το παράξενο. Οι σαχλοί κυνηγοί αυτών των μικρών θαυμάτων του Θεού έχουν πολλές παραξενιές. Εν έτει 2016 μέσα στη σαφέστατη απαγόρευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχουν ακόμα χώρες σαν τη δική μου, όπου οι άνθρωποι όχι μόνο αγνοούν τους νόμους, αλλά με καυχησιά και κομπασμό δηλώνουν συνδαιτυμόνες στο μεγάλο φαγοπότι των λιλιπούτειων πτηνών.
    Γουρούνια, κατσίκια, πρόβατα, βόδια, δεν τους αρκούν για να γεμίσει η κοιλιά τους; Γιατί να επιμένουν να γεύονται τα αποδημητικά μας; Δεν χρήζει ψυχιατρικής εξέτασης όποιος νομίζει ότι η δική του υπόσταση είναι απεριορίστως ανώτερη από εκείνη των ωδικών πουλιών; Νιώθουν το παραμικρό αδιέξοδο μέσα τους καθώς αρπάζουν άγαρμπα τα σωματάκια πασαλειμένα με κόλλα, να βυθίζεται το βλέμμα στο ύστατο δευτερόλεπο;  Αντί για ξόβεργα, γιατί δεν στήνουν ταΐστρες πάνω στα κλαδιά, όπως κάνουν σε πολιτισμένους τόπους; Πώς καταδέχονται να τα βάλουν με τα μικροσκοπικά θαύματα, αθώα κι ανήξερα από τις κουτοπονηριές; Πόση ώρα σπαρταρούν φτερουγίζοντας ζαλισμένα και πονεμένα, αιωρούμενα πάνω στον κακό ξολοθρεμό; Δε γίνεται να γλεντοκοπούν οι κοιλιές με κοτόπουλα, γαλοπούλες και πτηνά που τα εκτρέφουμε για να θανατωθούν με κάπως ανώδυνο τρόπο; Πώς και κάνουν σαν τρελοί για τα αμπελοπούλια, τους όμορφους κοκκινολαίμηδες, που δεν μας ανήκουν; Πόσο αδαείς και ανόητοι να διασαλπίζουν τρόπους μαγειρέματος (σχεδόν ζωντανά) για να είναι πιο νόστιμα; Πόσες διαρροές και ηλίθιες  διαστρεβλώσεις για να ισοφαρίσουν αυτή τη φρικιώδη θανάτωση; Μα να τα καμουφλάρουν μέσα σε αμπελόφυλλα τυλιγμένα ως ντολμάδες; Πώς γίνεται το ανυποψίαστο και μελωδικό τους τραγούδι να μπαίνει στο βάζο για να γίνει ξιδάτο;
     Γιατί οι οικολόγοι που διαμαρτυρήθηκαν κόντεψαν να χάσουν τη ζωή τους, αφού κάποιοι προσπάθησαν να τους πατήσουν με το αγροτικό; Γιατί αλήθεια όλα αυτά; Προς τι τόσο κυνήγι, τόσος μόχθος για να φάνε τα άμοιρα τα πουλάκια; Τόση πείνα πια; Τόση δίψα για πουλίσιο αίμα; “Άλλοι σκοτώνουν παιδιά, εμείς μόνο πουλιά” το αιμοσταγές μότο τους. Αμαθείς άνθρωποι, την αμάθεια μαλάσσουν. Και ο κομφορμισμός οδηγεί στην τυφλότητα και το πλήθος ακολουθεί με επευφημίες, υμνώντας την παινεσιά για όσους δε φοβούνται ευρώπας και οικολογίες. Η βλακώδης παλιλαλία εξασθενίζει την ατομική άποψη και η καθιερωμένη κοινωνική συναίνεση προφυλάσσει από τριβές, καθώς η μαζοποίηση ακατοίκητη οδεύει προς τη συνηγορία του λιθοβολισμού με σύνεργο την ψυχολογία του κοπαδιού. Κι όσοι χλιαροί έχουν κάποια θολή ιδεολογία, παρασυρόμενοι, αρπάζουν κι εκείνοι μια πέτρα, πιο μικρή και λιγότερο αιχμηρή από των άλλων και τη ρίχνουν πάνω στο κεφάλι της οικολόγας “μοιχαλίδος”, για να νιώσουν κι αυτοί ένα αίσθημα ασφάλειας.
    Κι εμείς οι υπόλοιποι που ασφυκτιούμε βουρκωμένοι, γινόμαστε στόχος χλευασμού καθώς πασκίζουμε να συνεφέρουμε το πλήθος από το κίβδηλο γαστρονομικό ταρίχευμα και συνεχίζουμε να υπομένουμε την παλιρροϊκή απορία: “Γιατί να θέλουν να σκοτώνουν τα πουλάκια;” Και δεχόμαστε να μας καρφώνουν με σάπια επιχειρήματα και ανεχόμαστε τις αηδίες που εκσφενδονίζουν ως θέσφατα ρητά για να διαφύγουν της ουσίας. Η ουσία είναι η δολοφονία αοιδών που βογγούν μέσα σε θρήνο για την ομορφιά της ζωής που τους δόθηκε απλόχερα από το Θεό και τους την παίρνει μ’ ένα ύπουλο γράπωμα ο άνθρωπος. Αυτός ο ίδιος άνθρωπος που πάει στις εκκλησίες και αυτοκαλείται χριστιανός. Που νηστεύει για αποκάθαρση και αμέσως μετά ορμά και καταβροχθίζει πετούμενα μέσα σε ανόμημα που το παραβλέπει ετσιθελικά.
   Αποφάσισα ν’ απομυζήσω το μυστικό τους. Πήγα στους τόπους που διαλέγουν να ερωτευτούν τα πουλιά, να γεννήσουν και να ξεκινήσουν το μεγάλο ταξίδι τους γι’ αλλού. Βρήκα χωρικούς κι έκανα μια μικρή έρευνα. Ορίστε το αποτέλεσμα:
     “Είναι πολλά τα λεφτά. Οι περισσότεροι έφτιαξαν περιουσίες, έκτισαν τα σπίτια τους, μόνο από το εμπόριο των αποδημητικών”.
        Αυτές οι λεπτεπίλεπτες ζωούλες “κρέμονται” πάνω σ’ ένα τεράστιο συμφέρον, που προφανώς αποτρέπει τους εγκληματίες να αντιπαραβάλλουν το βασανιστήριο αυτό με άλλες ψυχές… Το χρήμα κάνει να στρέφονται προς κατευθύνσεις ανελαστικών και άκαμπτων θεωριών.   
      Μήπως να βρεθεί τρόπος να πουλούν και τα μικρούτσικα ράμφη τους, (όπως το ελεφαντόδοντο κάποτε), να μην πάνε χαμένα;

Κατερίνα Μαυρομμάτη