Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

                                                        ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΠΕΜΠΤΗ

                                                             ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ

     

  “Πάσκιζα κάποιες φορές να μετρήσω τα δωμάτια, αλλά ποτέ δεν είχα καταφέρει με σιγουριά να βρω τον ακριβή αριθμό τους. Στο χρυσό παλάτι όπου βρέθηκα, οι χώροι ήσαν το ίδιο αφιλόξενοι όσο και οι άνθρωποι που τους κατοικούσαν. Και πολλοί!.. Σαλόνια, καθιστικά, γραφεία, υπνοδωμάτια, αίθρια, κουζίνες και παρακουζίνες, γιαγιάδες, κόρες, νύφες, κουνιάδες, και παιδιά, κάμποσα, κάθε χρόνο κι ένα. Για σκυλιά και γατιά βέβαια, δεν υπήρχε θέμα. Τα σιχαίνονταν, ούτε σε φωτογραφία να τα δουν. Για τα ζώα είχαν την ιδέα ότι βρέθηκαν πάνω στη γη, μόνο για να τα σφάζουν οι άνθρωποι και να τα τρώνε. Κάθε μέρα μαγείρευα γύρω στα δέκα κιλά κρέας. Για πρόγευμα ένα ολόκληρο πρόβατο! Έμαθα ότι 200.000 ζώα την ημέρα σφάζονται στη χώρα. Η απίστευτη βουλιμία για κρεατοφαγία, ίσως να ευθύνεται για τη διάπλαση του αιμοβόρου , απολίτιστου και πρωτόγονου χαρακτήρα τους. Καλά το είχε πεί ο Πυθαγόρας: “Όσο καιρό οι άνθρωποι θα σφάζουν τα ζώα, θα σφάζονται και μεταξύ τους”.
     Και στη Σαουδική Αραβία, σφάζουν αβέρτα… Ναρκομανείς, ομοφυλόφιλους, αντιδραστικούς και γενικά όσους δε γουστάρουν. Η έκθεση των κομμένων κεφαλιών σε κοινή θέα, έχει μεγαλύτερη βαρύτητα, παρά η ίδια η σφαγή. Ο παραδειγματισμός και ο τρόμος θα επιτευχθούν μόνο μέσα από μακάβρια έθιμα, όπως ο λιθοβολισμός μέχρι θανάτου.
             Δούλεψα δυο χρόνια και κάτι σαν οικιακή βοηθός στο Ριάντ. Η ζωή μου κινδύνεψε χιλιάδες φορές. Η “κυρία” μου μια φορά με είχε φοβερίσει με τον μπαλτά, ότι θα με έσφαζε, επειδή μου ήρθε εμετός, καθώς άδειαζα τα εντόσθια μιας καμήλας για να την παραγεμίσω με αρνιά και κάμποσα κοτόπουλα.
        Με είχαν κλειδωμένη στο σπίτι, ενώ στο συμβόλαιο αναφερόταν ότι κάθε Κυριακή θα είχα ρεπό. Δεν βγήκα ποτέ από εκεί μέσα, ούτε καν έξω στο δρόμο. Στην ολόχρυση φυλακή με την υπερπολυτέλεια γύρω, τρεφόταν το μαρτύριό μου και γιγάντωνε. Ο κύριος μου υπέγραφε κάθε μήνα την επιταγή στο όνομά μου και με διαβεβαίωνε ότι οι μισθοί μου ταξίδευαν στη μαμά μου στη χώρα μου.  Μου έδειχνε και το φάκελο με τη διεύθυνση και μου έλεγε ότι πήγαινε στο ταχυδρομείο και τα έστελνε.
    Μέσα σ’ ένα πλουσιόσπιτο, έζησα την απόλυτη φτώχεια. Φτώχεια για κάθε είδους ζωή. Η ζωή φτωχαίνει άμα δεν τη ζεις… Οι γυναίκες θεωρούν ότι τηρούν τους ηθικούς κανόνες, επιβιώνοντας κάτω από ψεύτικη προστασία του άντρα και υποφέρουν χωρίς να το ξέρουν, ξαπλώνοντας μαζί του πάνω στο ίδιο πουπουλένιο μαξιλάρι, από το οποίο δεν τολμούν να απομακρύνουν το μάγουλό τους.
   Όσο ήμουν εκεί, είχα ακούσει ότι μια εντεκάχρονη ζητούσε διαζύγιο!  Είχα μάθει υποχρεωτικά τα αραβικά και είδα στην τηλεόραση που έλεγε ότι από τα εννιά της ήταν σε γάμο, με συχνές μαστιγώσεις για εκφοβισμό. Ήθελε να γυρίσει στην οικογένειά της, αλλά καθώς ανήκε πια στο σύζυγό της, κανείς δεν μπορούσε να κάνει κάτι για το παιδάκι αυτό. Κι όμως τα κατάφερε να δραπετεύσει.
    Όταν επιτέλους ήρθε η στιγμή που έληξε το συμβόλαιό μου, ζήτησα να φύγω. Τότε ξέσπασε η μπόρα. Το αφεντικό μου με έδειρε άσχημα λέγοντας ότι τα παιδιά με συνήθισαν και θα ήταν απάνθρωπο να τα εγκαταλείψω. Δε θα το κουνούσα ρούπι, ό,τι κι αν γινόταν. Σαν να ήμουν κτήμα τους πια, δεν είχα δική μου ζωή.
   Ανέβηκα στην ταράτσα να απλώσω ρούχα. Ήταν μια Πέμπτη που μ’ έκαιγε ο ήλιος και ο φόβος...  Είχα γράψει σ’ ένα χαρτί όλα τα στοιχεία μου, τον αριθμό διαβατηρίου μου, το όνομα των αφεντικών μου και εξηγούσα ότι με έχουν φυλακισμένη. Το τύλιξα σε μια πέτρα και το εκσφενδόνισα με δύναμη στο απέναντι κτήριο. Η καρδιά μου έσπασε μαζί με το τζάμι.
     Για καλή μου τύχη, το βρήκε ένας νέος επιστήμονας, μηχανικός, σπουδαγμένος στην Βοστόνη. Αμέσως ειδοποίησε την πρεσβεία μου. Ήρθε στο σπίτι η αστυνομία. Έκαναν έρευνα. Στο γραφείο του, ο κύριος με την άσπρη κελεμπία και τη μαύρη καρδιά, είχε κλειδωμένες όλες τις επιταγές μου, δυο χρόνων δουλειάς, (και δουλείας).
       Εγκατέλειψα το Ριάντ και είπα ποτέ ξανά. Οι καθημερινοί εξαναγκασμοί έμειναν πίσω. Μπήκα στο αεροπλάνο και κάθισα δίπλα από έναν άγνωστο άντρα, πράγμα που απαγορεύεται για τις γυναίκες της Σαουδικής Αραβίας.
      Σιγά σιγά έμαθα και πάλι να συνηθίζω την ελευθερία μου.  Παράδοξο, αλλά γίνεται όλο και πιο σπάνιο σήμερα να είσαι ελεύθερος.  Να έχεις επιλογή. Και να είναι δική σου”.

(Την ιστορία αυτή μου τη διηγήθηκε η Σ. που τώρα βρίσκεται στην Καλιφόρνια)

Κατερίνα Μαυρομμάτη. 23/7/2015