ΣΑΝ ΑΓΑΛΜΑ
τα νωτισμένα, του κήπου μου...
Πίνουν νεράκι των λουλουδιών,
δροσίζονται στα κλεφτά
και ψαχουλεύουν τα ψωμάκια
που ' χω ρίξει εδώ κι εκεί...
Αεικίνητα, έχοντας το νου τους,
μην τυχόν και τα ιδώ...
Και τότε θα πετάξουν ξάφνου,
τόσο μακριά ως να χαθούν...
Γι αυτό κι εγώ, σαν άγαλμα,
κρατώντας την ανάσα μου
κάνω πως δεν τα βλέπω...
Κατερίνα Μ.
Τα αδέσποτα πουλάκια,
τα εν τοις ουρανοίς πλάσματα,
κάθονται μετά φόβου στα κλαδάκια,τα νωτισμένα, του κήπου μου...
Πίνουν νεράκι των λουλουδιών,
δροσίζονται στα κλεφτά
και ψαχουλεύουν τα ψωμάκια
που ' χω ρίξει εδώ κι εκεί...
Αεικίνητα, έχοντας το νου τους,
μην τυχόν και τα ιδώ...
Και τότε θα πετάξουν ξάφνου,
τόσο μακριά ως να χαθούν...
Γι αυτό κι εγώ, σαν άγαλμα,
κρατώντας την ανάσα μου
κάνω πως δεν τα βλέπω...
Κατερίνα Μ.