Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2019

Μεταπολεμικό Παρίσι, ιστορικό μυθιστόρημα, ήρωες γνωστοί συγγραφείς και πρωταγωνιστής ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ. Ένα ακόμα βιβλίο για τον Χέμινγουεϊ; 
Ένα πολύ αξιόλογο βιβλίο όπου η συγγραφέας διηγείται τη ζωή της ως Χάντλι, πρώτη σύζυγος του Έρνεστ και εστιάζεται περισσότερο στα χρόνια που έζησαν στο Παρίσι, αποκαλύπτοντας άπειρες σκηνές από την προσωπική και κοινωνική τους ζωή. 

Σαν σινεμά οι εικόνες περνούν καθαρά από μπροστά μας και ζούμε στην ατμόσφαιρα της εποχής του Μεσοπολέμου, γινόμαστε παρέα με τους διάσημους συγγραφείς και ποιητές, γνωρίζουμε τον Έρζα Πάουντ και τον Σκοτ Φίτζερλαντ, σμίγουμε με την μποέμ διάθεση, γεμίζουμε τα ποτήρια μας συνεχώς, κατανοούμε τους θυελλώδεις έρωτες.

Το διάβασα με τεράστιο ενδιαφέρον και συνεχώς μου έρχονταν στη μνήμη προηγούμενα βιβλία του Χέμινγουεϊ, καθώς στους διαλόγους γίνονται αναφορές για τις τραυματικές εμπειρίες του συγγραφέα όταν ήταν στρατιώτης στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο και σε άλλες φάσεις της ζωής του, όταν παιδευόταν να εκδώσει κάποιο βιβλίο του.

Θα δώσω μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

"Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ μου ήταν ακόμη εν πολλοίς άγνωστος, όμως φαινόταν να παίζει την ευτυχία στα δάχτυλά του".

"Οι φιλοδοξίες του για το συγγραφικό του έργο ήταν πανίσχυρες και παντελείς. Η γραφή ήταν για τον Έρνεστ ό,τι ήταν για άλλους ανθρώπους η θρησκεία - και ωστόσο εξακολουθούσε να διστάζει να στείλει τις συστατικές επιστολές του Σέργουντ Άντερσον σε οποιονδήποτε διάσημο εκπατρισμένο Αμερικανό στο Παρίσι. Εγώ υπέθετα ότι φοβόταν μήπως τον απορρίψουν αυθωρεί και παραχρήμα. Αισθανόταν πιο άνετα να συναναστρέφεται ανθρώπους από την εργατική τάξη του Παρισιού".

"Είναι από τα πράγματα που σου κάνει ο πόλεμος. Ό,τι βλέπεις έρχεται και αντικαθιστά στιγμές και πρόσωπα από την προηγούμενη ζωή σου ώσπου δεν μπορείς να θυμηθείς για ποιον λόγο τα θεωρούσες σημαντικά. Και δεν είσαι σε καλύτερη μοίρα αν δεν είσαι στρατιώτης ο ίδιος. Η επίδραση είναι η ίδια".

"Είχε στείλει μερικά αντίτυπα στην οικογένειά του, μόλις βγήκαν από το τυπογραφείο κι εκείνοι του τα είχαν επιστρέψει μ' ένα παγερό γράμμα από τον πατέρα του Έρνεστ που έλεγε ότι ο ίδιος και η Γκρέις δεν αισθάνονταν άνετα να έχουν τέτοιο υλικό μέσα στο σπίτι τους. ΄Ηταν επιεικώς χυδαίο και βλάσφημο. Ήθελαν κάθε καλό γι' αυτόν και ήλπιζαν κάποια μέρα να βρει τον τρόπο να αξιοποιήσει το θεόσταλτο ταλέντο του για να γράψει κάτι αμέμπτου ηθικής και αρετής. Ως τότε δεν υπήρχε λόγος να αισθάνεται υποχρεωμένος να τους στέλνει ό,τι εξέδιδε. Αυτό το γράμμα πόνεσε πολύ τον Έρνεστ. Ό,τι κι αν έλεγε, βαθιά μέσα του εξακολουθούσε να αποζητά την αποδοχή της οικογένειάς του.
"Στο διάβολο να πάνε", είπε αλλά κράτησε το γράμμα, διπλώνοντάς το προσεκτικά και βάζοντάς το στο συρτάρι όπου φυλούσε όλη τη σημαντική αλληλογραφία του. "Η οικογένεια μπορεί να είναι ολέθριο πράγμα", έλεγε και ξανάλεγε, και τώρα έβλεπα ξεκάθαρα τι εννοούσε. Όπως έβλεπα και πώς αξιοποιούσε το πλήγμα, πώς το αντιπάλευε εντείνοντας την προσπάθειά του να τους δείξει πως δεν είχε ανάγκη ούτε την αγάπη τους ούτε την επιδοκιμασία τους".

Κ.Μ